Αν μου ζητούσαν να οργανώσω ένα γαστρονομικό φεστιβάλ για έναν τόπο που αγαπώ πολύ, πιστεύω πως θα σταματούσα πολλές φορές τον εαυτό μου, αναζητώντας τα όρια. Σε ποιο σημείο η διαδρομή ξεπερνά το τυπικό και αναμενόμενο και μπαίνει στην ουσία. Σε ποιο σημείο η ουσία γίνεται αντιληπτή όχι μόνο από το μυαλό, αλλά και την καρδιά. Γιατί ότι αγαπάμε, δεν το ξεχνάμε, ακόμα κι όταν απομακρυνόμαστε από αυτό.
Θα σταματούσα πολλές φορές τον εαυτό μου. Γιατί θα δίσταζα στην αλήθεια μου. Θα αναρωτιόμουν αν ο κόσμος είναι έτοιμος να δεχθεί ότι είναι πηγαίο σε εμένα. Όταν γράφω στο TasteFULL, υπάρχω μόνο εγώ και με σταματάω πια. Γιατί ο καθρέφτης μπροστά μου με λογοκρίνει. Ίσως γιατί δεν υπάρχει μαζί μου μια συγγραφική ομάδα που να στηρίζει την ίδια αλήθεια. Γι αυτό έχω περιορίσει τα κείμενα ψυχής κι έχω μπλοκάρει τη ροή μου.
Σ’αυτές τις δύο παραγράφους, που μοιάζουν εκτός θέματος, έχω ανασύρει τα δύο βασικότερα σημεία για να πετύχει όχι μόνο ένα γαστρονομικό φεστιβάλ αλλά οτιδήποτε προσπαθούμε στη ζωή.
Να τολμάς να λες την αλήθεια σου και να ζεις σύμφωνα μ’αυτήν.
Να δυναμώνεις τη φωνή σου ενώνοντας την με ανθρώπους που ακολουθούν την ίδια αλήθεια.
Αυτό κατάφεραν τα παιδιά που διοργάνωσαν το φετινό Tinos Food Paths. Όσο έκανα το βίντεο κι έγραφα τα άρθρα, ανέλυα συνεχώς τη σκέψη τους. Με ποιον τρόπο μπόρεσαν να ξεπεράσουν τα όρια του τυπικού και αναμενόμενου και να στοχεύσουν στην καρδιά των καλεσμένων τους, παρουσιάζοντας την αλήθεια τους με τρόπο που δεν φάνηκε ούτε μια στιγμή φτιαχτός αλλά ανάβλυζε πηγαία σε κάθε στιγμή της διήμερης διοργάνωσης.
Ο δείπνος στη Μονή των Ουρσουλινών ήταν το μεγάλο φινάλε μιας πράξης που έφερε μια ομάδα δημοσιογράφων, άδετων με τον τόπο, στην ουσία: να φύγουν έχοντας γίνει μέρος του συνόλου. Έχουν περάσει 25 μέρες και ένα Πάσχα και η δική μου ματιά δεν έχει φύγει από την Τήνο. Το ίδιο αισθάνομαι πως έγινε με όλους όσους μοιραστήκαμε αυτόν το δείπνο.
Θα μπορούσε να ήταν ένα απλό τραπέζι, όπου τα ντόπια υλικά δεθήκανε σε παραδοσιακά πιάτα, ταιριάξανε με ντόπια κρασιά και προσφέρθηκαν για γευστική δοκιμή σε καλεσμένους δημοσιογράφους. Αυτό θα ήταν το τυπικό και αναμενόμενο.
Η ομάδα που διοργάνωσε το δείπνο ξεπέρασε αυτό το όριο και στόχευσε στην ουσία. Για ποια Τήνο μιλάμε; ποια ιστορία, ποια αντοχή, ποιο χαρακτήρα ανέδειξε ο χώρος και ο τρόπος διοργάνωσης αυτού του δείπνου; Η Μονή και Σχολή των Ουρσουλινών υπήρξε λίκνο πολιτισμού, αναθρέφοντας και μορφώνοντας καθολικά και ορθόδοξα κορίτσια, με παιδεία ουσιαστική και πολύπλευρη. Εχει σταματήσει το έργο της το 1994 και έκτοτε αντέχει να προστατεύει το χώρο της και να επιτρέπει ευγενικά στους επισκέπτες να πλουτίζουν τις γνώσεις τους με εκθέματα που γράφουν ιστορία.
Η Τήνος που παρουσιάστηκε σ’αυτό το τραπέζι αντέχει να γεννιέται όπως παλιά, μιλάει με την απλότητα των υλικών και την καθαρότητα των γεύσεων. Παρουσιάστηκε σε ένα σκηνικό μυστικού δείπνου και ξεπέρασε τα όρια της λογικής, χτυπώντας κατευθείαν στην καρδιά, όταν η Αντωνία κοινώνησε έναν έναν από εμάς, τους καλεσμένους, “σώμα και αίμα” της Τήνου, όπως επιλέχθηκε στη δική τους αλήθεια : “ξινόγαλο και ξερό σύκο”. Σοβαρή και ήρεμη. Με προσήλωση στην ουσία της πράξης. Η Παναγιά, ενωτική σε ορθόδοξους και καθολικούς, είναι μέσα στη ψυχή και τις πράξεις των ανθρώπων της Τήνου τελικά.
Ακόμα και ο τρόπος που επέλεξαν να σερβίρουν το δείπνο έδειξε το σεβασμό στο χώρο, τους καλεσμένους, τις μαγείρισσες και σε όποιο φαγητό και κρασί ακούμπησε τα λευκά τραπεζομάντηλα. Κάθε σερβιτόρος εξυπηρετούσε τρία άτομα στα φαγητά, επομένως χρειαζόντουσαν 11 σερβιτόροι για να σερβίρουν και να αδειάσουν ταυτόχρονα τα τραπέζια. Το μενού περιλάμβανε 5 κρασιά με δύο πιάτα σε κάθε κρασί, επομένως 10 πιάτα. Σκεφτείτε το χάος που θα επικρατούσε αν δεν ακολουθούσαν τη ροή σερβιρίσματος που βλέπετε στο βίντεο. Όποιος τελείωνε πρώτος, περίμενε στη θέση του να τελειώσουν όλοι και μετά αποχωρούσαν σε ήρεμη, σταθερή, κυκλική πορεία. Από την μια πόρτα ερχόντουσαν με το φρέσκο σερβίρισμα, από την άλλη αποχωρούσαν με τα χρησιμοποιημένα σερβίτσια. Η υποχώρηση του “εγώ” στο συλλογικό πρόσωπο του “εμείς” στην πιο γλαφυρή έκφρασή της.
Το μενού του δείπνου και το ταίριασμα με τα κρασιά μπορείτε να δείτε στο βίντεο. Αυτό που ξέχασα να συμπεριλάβω ήταν οι φωτογραφίες της υπαίθριας κουζίνας που είχε στηθεί σε ένα μικρό αίθριο και εξυπηρέτησε τέλεια τις ανάγκες του δείπνου. Οι μαγείρισσες ήταν έμπειρες, βέβαια. Μαγείρισσες των εστιατορίων που κάνουν στη δουλειά, όσα κάνουν και στην κουζίνα του σπιτιού τους.

Μια αλυσίδα, μια ροή ανθρώπων ενωμένων σε ένα στόχο. Όταν ρώτησα ποιος σκέφτηκε να οργανώσει με αυτόν τον τρόπο το τραπέζι, μου είπαν πως οι ιδέες έπεσαν βροχή στην ομάδα που είχε αναλάβει τη δράση και κούμπωσαν η μια πάνω στην άλλη. Αυτό δηλώνει κοινή αλήθεια και υποστηρίζει κάτι -που ξεπερνά τα συνηθισμένα- να γεννηθεί, χωρίς να λογοκριθεί.
Πήρα πολλά μαθήματα από την Τήνο και τους ανθρώπους που γνώρισα. Το ουσιαστικότερο για μένα είναι να ξαναρχίσω να μιλώ με την αλήθεια μου, χωρίς να λογοκρίνω τον εαυτό μου. Εξάλλου είναι γνωστό το απόφθεγμα
“If it doesn’t bleed, it doesn’t lead”
Πήρα πολλά κι έδωσα πίσω ένα μέρος από τη γνώση μου, αφού μου έλεγαν πως τα τσουρέκια δυσκολεύουν τα κορίτσια του νησιού. Ζυμώσαμε τσουρέκια στην κουζίνα ενός εστιατορίου “Σαν το αλάτι” και ξαναζυμώσαμε παρέα με όσες κυρίες μπόρεσαν να έρθουν γιατί ήταν Κυριακή και μέρα με δυσκολίες.
Στο πασχαλινό μου τραπέζι αναζήτησα και βρήκα στην Αθήνα κοπανιστή Τήνου κι έφτιαξα αντί για τζατζίκι, το ντιπ που έκανε ο Βασίλης Αλβανίδης για να συνοδέψει το μοσχαρίσιο γύρο: γιαούρτι με κοπανιστή. Τέλειο!
Εχω υλικό για να μάθουμε για τα αλλαντικά (λούζα, χοιρομέρι, λουκάνικα, πηχτή), για τα τυριά (πέτρωμα, μαλαθούνι, βολάκι, καρίκι), μια συνταγή για σπιτικό σύγκλινο από γίδα και μια συνταγή για τσιγαριαστά χόρτα στο φούρνο που κόβονται και σερβίρονται σαν παστίτσιο και τρώγονται από το ψυγείο.
Αγαπημένοι μου στην Τήνο, μόνο ευχαριστώ μπορώ να πω και πως θα ξανάρθω. Έχω αφήσει την καρδιά μου σκαλωμένη στη Χώρα, τη Βαγιά, τα Λουτρά, τον Αγιο Φωκά, το Φαλατάδο, τη Στενή, τον Κουμάρο… σε ένα χορό που έχει μόλις ξεκινήσει και ζητά ολοκλήρωση.
