Πρωτοείδα το εντυπωσιακό συγκρότημα του Blue Palace να ξεδιπλώνεται στην πλαγιά, δύο χρόνια πριν, πηγαίνοντας προς την Πλάκα, το μικρό χωριουδάκι απέναντι από τη Σπιναλόγκα.
Αφού είχα περάσει τα γνωστά τεράστια πολυτελή συγκροτήματα της Ελούντας, δεν περίμενα να δω κάτι τόσο όμορφο και τόσο αρμονικά χτισμένο πάνω στο βράχο.
Είχα δει σε ένα ταξιδιωτικό οδηγό καταπληκτικές φωτογραφίες και κριτικές για το μεσογειακό τους εστιατόριο. Με μεγάλη προσπάθεια, έκλεισα τραπέζι για δείπνο την επόμενη ημέρα, ζητώντας το τηλέφωνο κρατήσεων από τον φύλακα της εισόδου. Το πρόχειρο ντύσιμο από το μπάνιο στη θάλασσα δεν βοηθούσε καθόλου την εικόνα μας και δεν διευκόλυνε την κράτηση. Ειλικρινά, αναρωτήθηκα αν τελικά θα μας επέτρεπαν να μπούμε στο χώρο τους, το επόμενο βράδυ.
Βάλαμε τα καλά μας και πήγαμε. Περίμενα με μεγάλη προσδοκία να περάσω την πύλη. Ο φύλακας ήταν ευγενέστατος. Μας περίμενε, δείχνοντας να γνωρίζει όλα τα ονόματα όσων περίμενε να διασχίσουν την πύλη για να δειπνήσουν στα εστιατόρια του ξενοδοχείου.
Περνώντας την πύλη, μπήκα στο μαγικό κόσμο του Blue Palace και έζησα μια βραδιά από αυτές που θα θυμάμαι για πάντα στη ζωή μου. Mέχρι σήμερα το πιο αριστοκρατικό εστιατόριο στο οποίο είχα τη χαρά να δειπνήσω ήταν το Bristol, στη Βιέννη. Ταγιαρισμένα γυάλινα παραβάν, κρυστάλλινα ποτήρια, ασημένια μαχαιροπήρουνα, ολόλευκα τραπεζομάντηλα χωρίς τσακίσματα, απίστευτη ατμόσφαιρα, απίστευτο σέρβις. Κι όμως. Ο κόσμος του Blue Palace έδινε κάτι παραπάνω.
“Treat every customer like royalty” είναι σίγουρα το σύνθημα όσων έχουν δημιουργήσει τη μοναδική εικόνα ποιότητας αυτού του gourmet εστιατορίου. Και το καταφέρνουν.
Παρκάραμε το αυτοκίνητο όπου μας είπαν. Μας περίμενε ένα ηλεκτρικό αυτοκινητάκι να μας οδηγήσει στο main lobby του ξενοδοχείου. Εκεί μια συνοδός περίμενε να μας δείξει το δρόμο προς το επίγειο τελεφερίκ που μετακινεί τους πελάτες στα διαφορετικά επίπεδα του ξενοδοχείου μέχρι τη θάλασσα. Το ξενοδοχείο έχει πέντε εστιατόρια με άλλο ύφος και κουζίνα το καθένα.
Το εστιατόριο «L’Orangerie» τιμά τη gourmet μεσογειακή κουζίνα. Φάγαμε από τα χέρια του σεφ, Μανώλη Μπριλάκη και νοιώσαμε βασιλιάδες με το service της αίθουσας που επέβλεπε ο maître, Χρήστος Δημητρόπουλος. Θα εξηγήσω γιατί.
Να σας πω πρώτα πως η αίθουσα έχει θολωτό ουρανό και χρώματα τερακότας. Μυσταγωγικά φωτισμένη, έλαμπε από τα ασημικά και τα κεριά πάνω στα τραπέζια. Δεν νομίζω πως είχε πάνω από 10 τραπέζια. Η ηρεμία και η δροσιά της πέτρας ήταν διάχυτα στο χώρο. Η αίθουσα έχει ανοικτή ταράτσα, με θέα στη θάλασσα και το νησί της Σπιναλόγκα, όμως δεν συνηθίζουν να στρώνουν έξω τραπέζια, γιατί συνήθως φυσάει και δεν μπορούν να διασφαλίσουν την ποιότητα σερβιρίσματος.
Είχα ζητήσει τραπέζι δίπλα στο παράθυρο γιατί είχε φεγγάρι και ήθελα να βλέπω το νησί και τη θάλασσα, όμως δεν το είχαν φροντίσει και μας ζήτησαν να περιμένουμε στη βεράντα, μέχρι να μετακινήσουν το τραπέζι όπως το θέλαμε, προσφέροντάς μας ένα ποτήρι πολύ καλής σαμπάνιας. Έτσι βρέθηκα να απολαμβάνω το φεγγάρι, τη θέα, τη βραδιά στην πιο όμορφη βεράντα ενός παλατιού.
Όλη η βραδιά κύλησε έτσι. Δεν χρειάστηκε να ζητήσουμε τίποτα αφού όλα ερχόντουσαν στην ώρα τους. Ο απόλυτος ορισμός του σωστού σέρβις ήταν το σέρβις εκείνης της βραδιάς. Ο maitre επέβλεπε με γερακίσιο μάτι και απόλυτη ευγένια και διακριτικότητα όλα τα τραπέζια. Η ροή του γεύματος ήταν συνεχής και με σωστό timing. Ούτε στιγμή δεν ψάξαμε τον σερβιτόρο, ούτε στιγμή δεν μας πίεσαν με βιαστικό σερβίρισμα. Όλα ήρθαν στην ώρα τους.
Στο τέλος ζητήσαμε να πάρουμε τον καφέ μας στη βεράντα και φυσικά μας ξανα-έστρωσαν τραπέζι με προθυμία και ειλικρινές χαμόγελο. Λες και δεν ήταν καπρίτσιο αλλά βασική μας ανάγκη. Για τέτοιο επίπεδο service μιλάω. Αν μετρήσετε, θα δείτε πως για μας μόνο έστησαν τραπέζι 3 φορές σε μια βραδιά!
Ό,τι πιάτο διαλέξετε θα έχει ένα ξεχωριστό γευστικό άγγιγμα. Και θα έχει σερβιριστεί με τέτοιο τρόπο, που θα σας έχει κάνει δεκτικούς να το ανακαλύψετε. Σε τέτοιου επιπέδου εστιατόρια ετοιμαστείτε να απολαύσετε τις μικρές πινελιές του chef, ανεξάρτητα από την παραγγελία σας. Ενα φλυτζανάκι σούπας γλυκιάς κολοκύθας για καλωσόρισμα, sorbet βατόμουρο με σαμπάνια σε κολωνάτα ποτήρια πριν το κυρίως πιάτο, miniardises μαζί με τον espresso σας.
Διαλέξαμε μια πράσινη σαλάτα με τυρί μανούρι σε κρούστα ξηρών καρπών και γλυκειά βινεγκρέτ με σύκο και μέλι, ένα τουρνεντό τόνου medium rare σε κρούστα κρητικών μυρωδικών και σάλτσα μελισσόχορτου και μια αστακομακαρονάδα με λαχανικά, chardonnay και παρμεζάνα. Για γλυκό, μίνι προφιτερόλ με κρέμα και σως ζεστής σοκολάτας.
Αυτή η μοναδική εμπειρία χώρου, service, art de la table και φυσικά γεύσης, μας κόστισε -προ κρίσης- 200€ τα δύο άτομα με το κρασί. Πόσο ακριβή είναι μια ανάμνηση που με μαγεύει ακόμα χρόνια μετά;
Έφυγα εκείνη τη νύχτα από το μπλέ παλάτι, με το φεγγάρι να λούζει τη θάλασσα, τα ασημένια μου πέδιλα στα χέρια να μην τα ξεχάσω πουθενά και αναρωτιόμουν που είχα παρκάρει την κολοκύθα μου…
Να τηλεφωνήσετε οπωσδήποτε για κράτηση. Έχουν πολύ αυστηρά μέτρα προστασίας του χώρου του ξενοδοχείου. Κάποιοι από τους πελάτες τους είναι πραγματικά royals.
Blue Palace, Resort & Spa Ελούντα, Κρήτη