Οι φετινές μου διακοπές στην Κρήτη ήταν βορειοανατολικές. Μια εβδομάδα στον Άγιο Νικόλαο, χωρίς αυτοκίνητο. Όσο κι αν ήθελα να ηρεμήσω, μου έλειψε η δυνατότητα να ανεβαίνω στα βουνά όταν νύχτωνε.
Η Κρήτη μου, ζωντανεύει για μένα όταν ανηφορίζω, βγαίνω έξω από τις πόλεις κι αρχίζω να μυρίζω ρίγανη και θυμάρι. Όταν σιωπούν οι θόρυβοι κι ακούω τους ήχους της εξοχής. Όταν δειπνώ με την ψύχρα του βουνίσιου αέρα να ισορροπεί τη θέρμη της ρακής. Όταν σβήνω τα φώτα του αυτοκινήτου και μένω μαγεμένη στο σκοτάδι να κοιτάζω τ’αστέρια.
Φέτος, τα δείπνα μας ήταν ολα παράλια, με εξαίρεση ένα. Όμορφο βράδυ, με όμορφους ανθρώπους, εξαιρετικό φαγητό, λύρα και χορό, στο βουνό. Στο Βραχάσι, δίπλα στον Αη Γιώργη τον Σεληνάρη. Παραμονή του Αγίου Παντελεήμονα, με κρητικό γλέντι στο σχολείο του χωριού. Οι φίλοι μας, με αυτοκίνητο και καλές γνωριμίες, μας πήγαν στον Πλάτανο της κυρα Λένης. Ευχαρίστησα από την καρδιά μου, γιατί χάρηκα πολύ εκείνη τη βραδιά.
Ο Πλάτανος της κυρά Λένης είναι ένα από τα κρυμμένα μυστικά του Λασιθίου, που απλώνει τη φήμη του από στόμα σε στόμα και από δημοσιεύματα σε ελληνικά και ξένα περιοδικά. Πολλοί διάσημοι έχουν γευτεί την κρητική κουζίνα στα τραπέζια του και έχει πάρει διάκριση στα βραβεία Gourmet της Ελευθεροτυπίας.
Η ταβέρνα βρίσκεται πιο ψηλά από την πλατεία του χωριού. Ανηφορίζοντας ένα πλακόστρωτο δρομάκι, φτάνεις στο ξέφωτο με την κληματαριά και τα σκεπαστά τραπέζια από τη μια και τον πλάτανο με τα ανοικτά τραπέζια από την άλλη. Αν έχει δροσιά ή ζέστη, διαλέγεις ανάλογα το τραπέζι σου.
Ο Γιώργης, ο γιος της, έφτασε με τη ρακή για το καλωσόρισμα και η κυρά Λένη ήρθε για να μας πει ποια φαγάκια μαγείρεψε στις κατσαρόλες της εκείνη την ημέρα. Νομίζω πως τα πήραμε όλα και δώσαμε πίσω άδεια πιάτα, καλοσκουπισμένα από τις σάλτσες τους.
Με την κυρά Λένη ανακαλύψαμε στο τέλος της βραδιάς πως έχουμε γεννηθεί ίδιες μέρες. 15 Μαρτίου εκείνη, 16 Μαρτίου εγώ. Τον Οκτώβρη του 1992 εκείνη άνοιξε την ταβέρνα της κι εγώ γέννησα το γιο μου.
Ο Γιώργης μας πήγε στο κρητικό γλέντι, που οργάνωσε ο πολιτιστικός σύλλογος στο σχολείο του χωριού και τραγουδούσε ο Τριαντάφυλλος Στεφανάκης με το συγκρότημά του. Εκεί δεν είχε ρακή αλλά κρασί και συνεχίσαμε να πίνουμε με απίστευτη ευκολία, παρέα με παγωμένο καρπούζι και πεπόνι.
Η λύρα του Τριαντάφυλλου και οι στίχοι των τραγουδιών του χάραζαν δρόμο στην καρδιά και χαμόγελο στα χείλη. Η ζωή είναι ο έρωτας για την Ανατολική Κρήτη. Οι κοπέλες που σηκώθηκαν και σύραν το χορό, συρτό χανιώτικο όσο είμαστε εκεί, δεν πάταγαν στη γη αλλά πέταγαν όταν η λύρα και το λαούτο έβγαλαν φτερά και τίναξαν νότες και ψυχές στον αέρα.
Όσο κι αν οι κανόνες έχουν εξαιρέσεις, για μένα, η δυτική Κρήτη μιλά με το Θεό και η ανατολική Κρήτη μιλά με τον άνθρωπο.
Στα δυτικά οι ματιές καρφώνουν, ψάχνουν, εξερευνούν, κοιτούν τον ουρανό, βγάζουν απο την ψυχή βαθειά πονήματα και ερωτήματα. Τραγουδούν τραγούδια της τάβλας και της στράτας, αργόσυρτα, βαθυίσκιωτα.
Στα ανατολικά οι ματιές φεγγοβολούν, παίζουν, αναζητούν, κοιτούν τη γη, βγάζουν από τη ψυχή γλυκά λόγια αγάπης και έρωτα. Κάνουν καντάδες βραδυνές σαν τον Ερωτόκριτο. Παίζουν τη λύρα γρήγορα σε συρτούς και σε σούστες.
Μη μου θυμώνετε κρητικοί μου φίλοι. Αγαπώ την Κρήτη των Θεών και των ανθρώπων, σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της.
Με το καλό, να ανταμώσουμε ξανά του χρόνου.