Ήρθαν στα χέρια μου κολοκυθάκια από το μποστάνι του θείου μου, τα γνωστά μακρόστενα ανοικτόχρωμα πράσινα κολοκυθάκια. Τρυφερά και γλυκά, στην εποχή τους.
Ετοίμαζα τραπέζι καλωσορίσματος, γιατί μαζεύτηκε η οικογένεια με το τέλος της εξεταστικής για καλοκαίρι, με αγαπημένο φαγητό των παιδιών μου: μακαρόνια τζόλια, κατσικίσια παϊδάκια στη γάστρα και τούρτα σοκολάτας. Μου έλειπε κάτι για το ξεκίνημα και σκέφτηκα πως τα ψητά κολοκυθάκια στη γκριλιέρα είναι αγαπημένο καλοκαιρινό πιάτο. Μόνο που αυτή τη φορά πήραν άλλο σχήμα και άλλη γεύση!
Οι φέτες τοποθετήθηκαν η μια δίπλα στην άλλη, σε στρώματα, όπου ενδιάμεσα σκορπίστηκαν τρίμματα φέτας με φρέσκο δυόσμο και γλυκειά πάπρικα. Πατήθηκαν καλά και έμειναν όλη νύχτα στο ψυγείο να σφίξουν σε ένα σύνολο. Εμένα με βόλευε έτσι αλλά δεν είναι απαραίτητος τόσος χρόνος. 3 ώρες στο ψυγείο είναι αρκετές για να μπορέσει να σερβιριστεί.
Τα κολοκυθάκια θα έχετε παρατηρήσει πως έχουν μια ζελατινώδη ουσία, που φαίνεται μόλις κόβεις τις φέτες. Όταν ψηθούν, αυτή η ουσία λειτουργεί σαν ζελατίνη και τα δένει μεταξύ τους χωρίς να χρειάζεται κανένα άλλο συστατικό. Το βάρος τα κάνει να ακουμπούν το ένα πάνω στο άλλο. Η φέτα είναι τόση ώστε να δίνει γεύση αλλά δεν απλώνεται σε ολόκληρο στρώμα, είναι τρίμματα.
Εκοψα σε φέτες με ηλεκτρικό μαχαίρι και κόπηκαν τέλεια. Σερβίρισα με τοματάκια κομμένα στα τέσσερα και φρέσκο δυόσμο. Ταιριάζει πάρα πολύ και με πέστο βασιλικού. Τα τοματάκια της φωτογραφίας λέγονται “τίγρης” και είναι παραγωγής Μαραθώνα. Εχουν χοντρή φλούδα αλλά πολύ νόστιμη και γεμάτη σάρκα.
Το σχέδιο με τα φυλλαράκια του δυόσμου το έφτιαξα πριν ξεκινήσω να βάζω τις φέτες. Έτσι αρωμάτισε και ενώθηκε με την τερίν. Δείτε τη φωτογραφία στο τέλος του άρθρου.